Είναι η πρώτη μέρα της ετήσιας εξόρμησής μας στη Λήμνο, τη μόνη ελπίδα για να πιάσουμε κανένα καλό ψαράκι, χωρίς να πνιγούμε.
Πολύ ορεξάτοι, φεύγουμε κατευθείαν από το καράβι για ψάρεμα, από το μεσημέρι μέχρι το βράδυ. Είμαστε 3 άτομα με ένα συμβατικό 3,80 με 15άρα. Επιλέγουμε μια περιοχή που ανοίγεται με πολύ ρηχά νερά, για εκατοντάδες μέτρα προς το πέλαγος (500 μέτρα από την ακτή και μπορεί να έχει βάθος 4-5 μέτρα).Έχει πάει πλέον 8μιση και εγώ με το Γιάννη, αφήνουμε το Γιώργο να ψαρεύει και φεύγουμε με το σκαφάκι για μια γρήγορη βουτιά στον κάβο, κανένα χιλιόμετρο πιο κάτω. Καθώς πλησιάζουμε και κάθεται ο γιάννης στη λαγουδέρα και εγώ μπροστά, νιώθω χωρίς να κοιτάξω πίσω να κάνει ο Γιάννης μια (νόμισα) απότομη αναστροφή, σκέφτομαι κάτι θα είδε, ήταν όμως τόσο απότομη που βρέθηκα στη θάλασσα. Φορούσα στολή και βαρίδια και έπεσα με το κεφάλι, καταδυόμενος λόγω του βάρους και της φοράς του σώματος στα 2-3 μέτρα. Χωρίς να προλάβω να καταλάβω τι γίνεται, ακούω το θόρυβο της μηχανής πάνω από το κεφάλι μου. Προσπαθώ να κρατηθώ σε κάποιο βάθος, ανοίγω τα μάτια μες το νερό και βλέπω τη βάρκα να μουγκρίζει περνώντας ελάχιστα από πάνω μου. Περιμένω να φύγει και βγαίνω. Είχα μόλις σωθεί από σοβαρό τραυματισμό ή ακόμα και θάνατο, που θα είχε συμβεί αν δε φορούσα τα βάρη που με βούλιαξαν μερικά μέτρα. Και δυστυχώς υπάρχει συνέχεια....
Δεν πρόλαβα να αναλογιστώ τι έγινε, γιατί έπρεπε να προσαρμοστώ στα νέα δεδομένα. Συνειδητοποίησα ότι είχαμε πέσει και οι δύο στο νερό και το σκάφος γυρνούσε ανεγξέλεγκτο, καθώς ο Γιάννης έχασε τον έλεγχο του και δε φορούσε στο χέρι το κόκκινο κορδώνι ασφαλείας για να σταματήσει. Αρχίσαμε και οι δύο να κολυμπάμε σαν τρελοί για να πιάσουμε το σκάφος, που εκείνη τη στιγμή ήταν μπροστά μας. Αυτό όμως δεν έκανε κύκλους γύρω από τον εαυτό του αλλά με μια δαντελωτή πορεία, με μια χαμηλή μεν αλλά πολύ πιο γρήγορη από μας ταχύτητα, άνοιγε σιγά-σιγά προς το πέλαγος!!!!! Η απόσταση ολοένα και μεγάλωνε. Κολυμπούσαμε πάνω από εικοσάλεπτο ακολουθώντας το σκάφος και δεν μπορούσαμε με τίποτε να το πλησιάσουμε λιγότερο από 150 μέτρα. Είμαστε περίπου 800 μέτρα από την ακτή χωρίς πέδιλα-μάσκα, τα νερά από κάτω είναι μαύρα και κοντεύει να πέσει η νύχτα. Έχουμε κατακουραστεί και μας έχει πιάσει απελπισία. Κοιτάμε μια το σκάφος, μια την ακτή πίσω μας και δεν ξέρουμε τι να κάνουμε, ενώ έχουμε αφήσει το αυτοκίνητο με το τρέιλερ χιλιόμετρα μακριά σε μια ερημιά, τα κλειδιά του τζιπ είναι μέσα στο σκάφος και έχουμε αφήσει πολύ πίσω το Γιώργο ο οποίος θα ψάρευε αμέριμνος περιμένωντας να γυρίσουμε να τον πάρουμε, καϊκια στο ορίζοντα πουθενά (όταν τα χρειάζεσαι είναι εξαφανισμένα). Α-ΠΕ-ΛΠΙ-ΣΙ-Α.
Ξαφνικα γίνεται το θαύμα. Εμφανίζεται από το πουθενά ο Γιώργος, ο οποίος ακολουθώντας το ρηχό θυθό έχει βρεθεί πολύ ανοιχτά και χωρίς να μας έχει δει, βλέπει το σκάφος που συγκλίνει με την πορεία του, ορμάει και με μια κίνηση κομάντο πηδάει και σβήνει τη μηχανή!!!!!!!!!!!!!!!! Βγήκαμε έξω βουβοί...
Ακούμε ιστορίες από άλλους και δεν πιστεύουμε ότι μπορούν να συμβούν και σε μας. Την έχουμε δει θαλασσόλυκοι. Έχουμε κάνει όλοι ανεξαιρέτως και κάποιοι συνεχίζουμε να κάνουμε μ@λ@κίες. Δυστυχώς, πρέπει να παραδεχτούμε ότι έχουμε διαλέξει ένα πολύ επικίνδυνο χόμπι (το ψαροντούφεκο δεν είναι τάβλι ή πινκ πονκ κακά τα ψέματα) και για αυτό πρώτο μέλημά μας πρέπει να είναι η απόλυτη ασφάλεια. Ανέφερα το γεγονός αυτό για να προλάβω παρόμοια περιστατικά. Προσέξτε πάρα πολύ το κόκκινο κορδώνι (ξεχνάω και πως το λένε) και βάλτε το όχι στο χέρι σας, αλλά στο λαιμό σας για σιγουριά!!!!!!! μια φορά θα συμβεί και είναι πολύ κακή φάση.